Η Ελλάδα χρειάζεται επιτακτικά μια εύρωστη και σοβαρή Κεντροαριστερά – όχι μόνο γιατί σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία οι κυβερνήσεις εναλλάσσονται, αλλά και διότι προϋπόθεση για τον διαρκή εμπλουτισμό του δημόσιου διαλόγου και την κοινωνική πρόοδο είναι ο ελεύθερος ανταγωνισμός ιδεών και προτάσεων μεταξύ φορέων που μοιράζονται ως ελάχιστη κοινή βάση την αναγνώριση της αξίας της δημοκρατίας και του πλουραλισμού. Έτσι, οι εξελίξεις στους ιδεολογικούς χώρους και τους φορείς που τους εκφράζουν δεν αφορούν μόνο τους υποστηρικτές αλλά και τους αντιπάλους τους.
Το 2002 οι 13 από τους 15 ηγέτες που αποτελούσαν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προέρχονταν απ’ την κεντροαριστερά. Ήταν η κορύφωση μιας ένδοξης πορείας της κεντροαριστεράς, που στις πολλές δεκαετίες της μεταπολεμικής επιρροής της, είχε καταφέρει να εμπεδώσει τη δημοκρατία και να αμβλύνει την «πάλη των τάξεων».
Στη εικοσαετία που μεσολάβησε, η χρηματοπιστωτική κρίση και τα παρελκόμενά της (υψηλή ανεργία, χαμηλό ΑΕΠ, αυστηρά προγράμματα περικοπών των δημόσιων δαπανών, συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους) εξασθένισαν δραματικά την επιρροή της κεντροαριστεράς στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και τροφοδότησαν τις δυνάμεις που βρίσκονται στα άκρα του πολιτικού φάσματος. Διότι αυτές οι συνέπειες της κρίσης, σε συνδυασμό με τις ανακατατάξεις που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση και η μεταναστευτική ροή, διάχυσαν μιαν ανησυχία στον κόσμο, τους καρπούς της οποίας έδρεψαν τα ακροδεξιά σχήματα. Απ’ αυτή την ανησυχία επωφελήθηκαν επίσης τα αντι-συστημικά κινήματα, που στρέφονται κατά της παγκοσμιοποίησης και τελικά κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Διαβάστε Επίσης:
Μαθαίνοντας απ’ τα λάθη της, η σημερινή σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία θα πρέπει να διευρύνει την εκλογική της βάση και με πραγματισμό να αναπτύξει τη βαθιά μεταρρυθμιστική ταυτότητά της. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να περιορίζεται από τους όρκους αφοσίωσης στο ένδοξο παρελθόν της. Πρέπει να εξελιχθεί, να εκσυγχρονιστεί, να χαράξει με δυναμισμό τις νέες προοπτικές της.
Η σύγχρονη κεντροαριστερά πρέπει να συνδέσει την κλιματική κρίση με την κοινωνική δικαιοσύνη, τη μετανάστευση με τις ανακατατάξεις του εργατικού δυναμικού και τον εμπλουτισμό του με νέες δεξιότητες, την καινοτομία και την έρευνα με την κοινωνική πολιτική και την αναπτυξιακή στρατηγική. Θα πρέπει να ανακτήσει την ικανότητά της να επιβάλει την ατζέντα της σε ένα πολιτικό τοπίο που ταχύτατα μεταμορφώνεται.
Μια σύγχρονη Κεντροαριστερά δεν πρέπει να ξεχνάει ότι κάθε παροχή που θα υποσχεθεί θα πρέπει να πληρωθεί είτε από τους σύγχρονους είτε από τους μελλοντικούς Ελληνες. Μόνο στο πλαίσιο αυτό αποκτά νόημα, για παράδειγμα, ο ανοικτός και πάντα επίκαιρος διάλογος μεταξύ του φιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας για την έκταση και το περιεχόμενο του κράτους. Η αναγνώριση από όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις του τόπου ότι η βιωσιμότητα του κράτους πρόνοιας είναι εξίσου σημαντική με την ίδια την ύπαρξή του θα προστατέψει τις νεότερες γενιές από μελλοντικές κρίσεις και χρεοκοπίες, που πάντα, χωρίς καμία εξαίρεση, μεταφράζονται σε μεγάλες απώλειες πραγματικού εισοδήματος, σε αύξηση της ανεργίας και πτώση του βιοτικού επιπέδου.
Μια σύγχρονη Κεντροαριστερά οφείλει να αναγνωρίσει χωρίς φόβο και ιδεολογικές εμμονές ότι για να αναδιανεμηθεί ο πλούτος, θα πρέπει πρώτα να παραχθεί, καθώς και ότι η πιο σίγουρη και δίκαιη συνταγή για την παραγωγή του πλούτου είναι η ίδια σε όλο τον κόσμο: το ελεύθερο εμπόριο, η ανοικτή αγορά και το ισχυρό κράτος δικαίου που προστατεύει χωρίς εξαιρέσεις και διακρίσεις την ελευθερία και την ιδιοκτησία για τον καθένα πολίτη. Αλώστε, η αναγνώριση ότι η παραγωγή του πλούτου αναγκαστικά προηγείται της αναδιανομής του είναι το μυστικό πίσω από κάθε επιτυχημένη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, όπως για παράδειγμα των σκανδιναβικών χωρών, οι οποίες σταθερά καταλαμβάνουν τα τελευταία χρόνια θέσεις ανάμεσα στις 40 πιο ελεύθερες οικονομίες του κόσμου σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του Fraser Institute.
Μια σύγχρονη Κεντροαριστερά οφείλει επίσης να αγκαλιάσει τον σημαντικό ρόλο του θεματοφύλακα των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και όχι να επιδοθεί σε έναν ανταγωνισμό του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, προκειμένου να τεθούν, από ολόκληρο το ιδεολογικό φάσμα, στο προσκήνιο του πολιτικού διαλόγου ώριμα ζητήματα δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Η επιτυχία μιας σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής εξαρτάται από μια προσέγγιση που χαρακτηρίζεται από σαφήνεια στόχων, τη συστηματική προσπάθεια επίτευξής τους και την ειλικρίνεια του λόγου. Από την αποδοτική οργάνωση της οικονομίας με ταυτόχρονη εξασφάλιση κοινωνικής δικαιοσύνης.
Δηλώσεις και εξαγγελίες που θέλουν μόνο να αναδείξουν προθέσεις, αλλά δεν συνοδεύονται από ουσιαστική μελέτη και αποτελεσματική πράξη, δεν οδηγούν σε αλλαγές, αλλά σε αποτυχίες και φτωχοποίηση λαϊκών στρωμάτων τα οποία προσπαθούν να βοηθήσουν.
Το πρόγραμμα ενός σοσιαλδημοκρατικού κόμματος πρέπει να θίγει τα κύρια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν η χώρα και οι πολίτες της, όπως είναι η σωστή λειτουργία των δημοσίων οικονομικών η βελτίωση των οικονομικών δυνατοτήτων των εργαζομένων, η λειτουργία της αγοράς σε τρόπο ώστε να εξασφαλίζει στους πολίτες την κάλυψη των αναγκών τους, η αποδοτικότητα των δημοσίων υπηρεσιών ώστε το κράτος να δρα αποτελεσματικά και η αντιμετώπιση του διεθνούς ανταγωνισμού από τις επιχειρήσεις. Ιδιαίτερη σημασία έχει και ο τομέας της εκπαίδευσης, ώστε να παρέχει δυνατότητες κατανόησης του περιβάλλοντος και συμβολής στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων. Σε όλους τους τομείς πρέπει να επιδιώκονται κοινωνικές εξελίξεις που διαμορφώνουν ένα νέο παραγωγικό μοντέλο για τη χώρα, βελτιώνουν τη θέση των εργαζομένων με αναδιανομή των εισοδημάτων, εξασφαλίζουν περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη και τις προϋποθέσεις μιας συνεχούς ανάπτυξης.
Σήμερα, μπορούμε να πούμε ότι αν είχε χαρακτηριστεί «πρόωρη» η έκδοση της ληξιαρχικής πράξης θανάτου της σοσιαλδημοκρατίας προ 20ετίας, εξίσου «πρόωρη» μπορεί να είναι η εκτίμηση της αναγέννησής της. Αν η κοινωνία θέλει, οι φορείς της Κεντροαριστεράς μπορούν; Μένει να φανεί.
Δρ. Χρήστος Μπαξεβάνης, Επικεφαλής του Ομίλου Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Δικαιοσύνης – ΟΠΕΔ.