Η «Κ» καταγράφει τις σημαντικότερες ανάγκες της ελληνικής εκπαιδευτικής κοινότητας στην «καρδιά» της Ευρώπης, προκειμένου τα παιδιά που μεγαλώνουν στο εξωτερικό να μπορούν να αποκτήσουν επαρκώς την ελληνική παιδεία
Σήμα κινδύνου εκπέμπουν οι γονείς μαθητών από ελληνόγλωσσα σχολεία του εξωτερικού, οι οποίοι περιγράφουν στην «Κ» διαχρονικά προβλήματα που αφορούν τη λειτουργία των σχολικών μονάδων, ζητώντας την παρέμβαση του ελληνικού υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για άμεσες και ουσιαστικές λύσεις.
Από τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο, το Μόναχο και το Παρίσι, κοινός παρονομαστής των αιτημάτων είναι η αναβάθμιση και ενίσχυση της ποιότητας της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, προκειμένου τα παιδιά των Ελλήνων που μεγαλώνουν στο εξωτερικό να μπορούν να αποκτήσουν επαρκώς την ελληνική παιδεία, να ανακαλύψουν τα έθιμα και τις παραδόσεις της χώρας μας και να συνεχίσουν με αυτόν τον τρόπο τη δυναμική του ελληνισμού στο εξωτερικό.
Ελληνικό Σχολείο Βρυξελλών: Προσωρινή λύση για τη στέγαση 150 μαθητών
Ένα ιδιωτικό σχολείο στο προάστιο του Έβερε, λίγα χιλιόμετρα έξω από τις Βρυξέλλες, στεγάζει από σήμερα 150 μαθητές και μαθήτριες του Κεστεκίδειου Ελληνικού Σχολείου των Βρυξελλών, που εδώ και δύο μήνες παρακολουθούν τα μαθήματά τους μέσω Webex. Το σχολείο τους είχε κλείσει ξαφνικά στα μέσα του περασμένου Μάρτη, όταν ένα τεχνικό πόρισμα που εστάλη στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων και στο οποίο γινόταν αναφορά προβλημάτων λειτουργίας του κτιρίου, ανάγκασε την ηγεσία του να αποφασίσει -μέσα σε μια νύχτα- το κλείσιμό του. Η μίσθωση του νέου κτιρίου από το υπουργείο Παιδείας, αν και προσωρινή, έχει προκαλέσει αντιδράσεις από τα μέλη του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του σχολείου, που κάνουν λόγο για «πρόχειρη λύση με επιπτώσεις στην ποιότητα της εκπαίδευσης».
«Παρότι το υπουργείο είχε αρχικά δεσμευτεί να νοικιάσει έναν χώρο που θα στέγαζε ολόκληρο το σχολείο, εν τέλει στο νέο κτίριο μισθώθηκε ο πρώτος όροφος κι αυτός κατά το ήμισυ. Πριν από λίγες μέρες, μάλιστα, μας κοινοποιήθηκε ότι ο χώρος αυτός θα πρέπει να στεγάσει όλες τις τάξεις, αν και επαρκεί μόνο για τη στέγαση του νηπιαγωγείου και του δημοτικού. Η λύση αυτή μόνο πρόχειρη μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς φοβόμαστε ότι θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία του σχολείου από αυτά που καλείται να αντιμετωπίσει», λέει στην «Κ» ο Αλέξανδρος Λαφτσίδης, μέλος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Κεστεκίδειου Σχολείου και πατέρας δύο παιδιών που φοιτούν στο Νηπιαγωγείο και την Α΄ Γυμνασίου.
Όπως εξηγεί ο κ. Λαφτσίδης, ο περιορισμένος χώρος που διατίθεται για τους Έλληνες μαθητές στο νέο κτίριο θα οδηγήσει σε αναγκαστική σύμπτυξη των τάξεων και σε μείωση του αριθμού των διδακτικών ωρών. Ήδη, προκειμένου να χωρέσουν όλοι οι μαθητές, αποφασίστηκε ότι από τις 15 Μαΐου τα μαθήματα θα γίνονται καθημερινά σε δύο βάρδιες (09.00-12.00 για το νηπιαγωγείο και το δημοτικό και 12.00-15.00 για το γυμνάσιο και το λύκειο), ενώ οι εννέα μαθητές της Γ’ λυκείου θα παραμείνουν στον χώρο της ελληνικής πρεσβείας όπου είχαν μεταφερθεί μετά το κλείσιμο του σχολείου τους.
«Εύχομαι η ταλαιπωρία μας να σταματήσει με το τέλος αυτής της σχολικής χρονιάς και από τον Σεπτέμβριο να μπορέσω να ξαναβρεθώ στο σχολείο μου», λέει στην «Κ» η Εύα Καράτζιου, μαθήτρια της Β’ Λυκείου περιγράφοντας την αναστάτωση που προκάλεσε στην καθημερινότητά της, τους δύο προηγούμενους μήνες, η επαναφορά της τηλεκπαίδευσης, σε μία κρίσιμη τάξη όπως η Β’ Λυκείου. Η ίδια και η οικογένειά της ζουν στις Βρυξέλλες τα τελευταία δύο χρόνια και όπως λέει η επιλογή να φοιτήσει στο Κεστεκίδειο Σχολείο ήταν συνειδητή.
«Οι γονείς μου επέλεξαν τη συγκεκριμένη πόλη με γνώμονα τη λειτουργία του ελληνικού σχολείου εδώ και περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, καθώς δεν ήθελαν να αναστατώσουν τη σχολική ζωή τόσο τη δική μου όσο και της αδερφής μου. Τον Σεπτέμβριο του 2024 σκοπεύω να δώσω πανελλαδικές εξετάσεις με τους ομογενείς, έχοντας ακολουθήσει την κατεύθυνση των Επιστημών Υγείας και στόχος μου είναι να σπουδάσω σε κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο», τονίζει η μαθήτρια.
Λίγο πριν το τέλος της φετινής σχολικής περιόδου, η μεγαλύτερη αγωνία των μαθητών και των γονιών τους είναι αν θα μπορέσει να επαναλειτουργήσει από τον Σεπτέμβριο το κτίριο στην περιοχή του Σεν Ζιλ.
«Το Υπουργείο Παιδείας έστειλε γύρω στα μέσα Απριλίου ένα δεύτερο κλιμάκιο εμπειρογνωμόνων για επανεκτίμηση της κατάστασης. Η έκθεσή τους επιβεβαιώνει την ύπαρξη ορισμένων, πλην όμως μικρών και εύκολα αντιμετωπίσιμων προβλημάτων -κυρίως ηλεκτρολογικής φύσεως- γεγονός που δημιουργεί εύλογες απορίες σχετικά με το αν ήταν σωστή ή πρόχειρη η λήψη της απόφασης του κλεισίματος του σχολείου εξαρχής», επισημαίνει ο κ. Λαφτσίδης.
«Δεν διαπραγματευόμαστε θέματα ασφάλειας»
«Όταν μιλάμε για θέματα ασφάλειας των παιδιών στα σχολεία δεν τα διαπραγματευόμαστε», ξεκαθαρίζει ο Γενικός Γραμματέας Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής του ΥΠΑΙΘ, Αλέξανδρος Κόπτσης, ο οποίος μιλώντας στην «Κ» αναφέρεται στην προσπάθεια που καταβάλλεται από το υπουργείο να αποκατασταθεί η εύρυθμη λειτουργία του σχολείου με το ξεκίνημα της νέας σχολικής περιόδου.
«Κάναμε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό και σε ελάχιστο χρόνο, ώστε να μη διαταραχθεί η σχολική καθημερινότητα των παιδιών και των οικογενειών τους. Είμαστε σε καθημερινή επικοινωνία με όλους τους αρμόδιους φορείς στις Βρυξέλλες -την πρεσβεία, την Εκκλησία, την κοινότητα- αλλά και τις αρμόδιες υπηρεσίες στην Ελλάδα και δρομολογήσαμε τις βέλτιστες λύσεις. Παράλληλα, έχουν δρομολογηθεί όλες οι ενέργειες σε άριστη συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς στην Ελλάδα και το Βέλγιο, ώστε με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς να επιτευχθεί η εύρυθμη λειτουργία του σχολείου», τονίζει ο ίδιος.
Ελληνικό Σχολείο Λονδίνου: Το Brexit δημιούργησε προβλήματα στις αποσπάσεις εκπαιδευτικών
Η αδυναμία απόσπασης εκπαιδευτικών στο Ηνωμένο Βασίλειο εξαιτίας των συνθηκών που δημιουργήθηκαν μετά το Brexit είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια στο Ελληνικό Σχολείο του Λονδίνου. Τα δύο κτίρια στα οποία στεγάζονται το νηπιαγωγείο-δημοτικό και το γυμνάσιο-λύκειο, σε διαφορετικές περιοχές του Λονδίνου, φιλοξενούν συνολικά 99 μαθητές.
«Λόγω του Brexit απαιτείται από τους εργαζόμενους στη χώρα να διαθέτουν άδεια εργασίας, όπως η βίζα. Μέχρι στιγμής ούτε το Υπουργείο Εξωτερικών ούτε το Υπουργείο Παιδείας έχουν βρει κάποια λύση, ούτως ώστε οι αποσπώμενοι εκπαιδευτικοί να εξασφαλίζουν τη νόμιμη εργασία τους στη χώρα. Ως εκ τούτου, φέτος το ΥΠΑΙΘ αποφάσισε να σταματήσει τις αποσπάσεις εκπαιδευτικών στο Ηνωμένο Βασίλειο», αναφέρει στην «Κ» ο Γιώργος Μαμαλάκης, πατέρας δύο μαθητών στο δημοτικό και το προνήπιο, που ζει στο Λονδίνο τα τελευταία δύο χρόνια με την οικογένειά του. Ο ίδιος μάς εξηγεί τις συνέπειες αυτής της κατάστασης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. «Στο Νηπιαγωγείο για παράδειγμα, δεν μπορεί να λειτουργήσει ολοήμερο σχολείο με μόνιμο προσωπικό, ενώ δεν υπάρχει τρόπος αναπλήρωσης εκπαιδευτικών που για οποιονδήποτε λόγο απουσιάζουν ή αποφασίζουν να φύγουν».
Αντίστοιχα προβλήματα που προέκυψαν από τη μετά-Brexit κατάσταση, αντιμετωπίζει και το Ελληνικό Γυμνάσιο – Λύκειο του Λονδίνου. Είναι ενδεικτικό, όπως αναφέρουν γονείς στην «Κ», ότι τον Φεβρουάριο του 2022 υπήρξαν κενά καθηγητών σε μαθήματα όπως η Φυσική, η Χημεία και τα Μαθηματικά.
Προσωρινή λύση οι ωρομίσθιοι
Είναι δύσκολο να βρεθούν υποψήφιοι, καθώς η προσφερόμενη αμοιβή είναι χαμηλή για τα δεδομένα της ζωής στο Λονδίνο.
Το Υπουργείο Παιδείας προσπαθεί τα τελευταία δύο χρόνια να καλύπτει τις ανάγκες λειτουργίας του σχολείου με ωρομίσθιους καθηγητές, προκειμένου να δώσει μία προσωρινή λύση στο πρόβλημα, καθώς δεν μπορεί να διασφαλιστεί η μακρόχρονη παραμονή τους στο σχολείο. Σύμφωνα με τους γονείς, πάντως, είναι δύσκολο να βρεθούν υποψήφιοι, καθώς η προσφερόμενη αμοιβή είναι χαμηλή για τα δεδομένα της ζωής στο Λονδίνο.
«Για το πρόβλημα της απόκτησης βίζας, που προέκυψε μετά το Brexit, καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να το επιλύσουμε σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών», απαντά εκ μέρους του υπουργείου Παιδείας ο Αλέξανδρος Κόπτσης, τονίζοντας ότι για πρώτη φορά δόθηκε η λύση των ωρομίσθιων εκπαιδευτικών ύστερα από σχετική ρύθμιση με στόχο να καλυφθούν οι ανάγκες διδασκαλίας. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι τα μαθήματα φέτος στο Ελληνικό Σχολείο του Λονδίνου ξεκίνησαν κανονικά με τους ήδη αποσπασμένους εκπαιδευτικούς, που πληρούσαν τις προϋποθέσεις για εργασία στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Από την πλευρά τους, πάντως, οι εκπαιδευτικοί του σχολείου ζητούν μέσω της «Κ» να αναληφθούν όλες οι απαραίτητες πρωτοβουλίες προκειμένου να καθιερωθεί ένα εκσυγχρονισμένο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών, που θα αναβαθμίσει την παρεχόμενη ποιότητα εκπαίδευσης και θα διαμορφώσει ένα σχολείο – «μαγνήτη», σχεδιασμένο στις ανάγκες των μαθητών.
Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας στο Παρίσι: «Να δοθούν οικονομικά κίνητρα στους εκπαιδευτικούς για να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις»
Στο Παρίσι, τα παιδιά των Ελλήνων, παράλληλα με το γαλλικό σχολείο φοιτούν στα περίφημα Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας (ΤΕΓ), παλαιότερα γνωστά ως Σχολεία της Ελληνικής Κοινότητας του Παρισιού. Οι 654 μαθητές και μαθήτριες έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν μέχρι και δύο φορές την εβδομάδα τετράωρα μαθήματα ελληνικών στα έξι Τμήματα που λειτουργούν στην ευρύτερη περιοχή του Παρισιού, προκειμένου να ενισχύσουν τη γλώσσα της καταγωγής τους. Σε αυτόν τον αριθμό, προστίθενται 128 μαθητές που φοιτούν στο πρότυπο γαλλικό δημοτικό σχολείο της Boursault και διδάσκονται την ελληνική, ως ξένη γλώσσα.
Η έλλειψη εκπαιδευτικών, ωστόσο, την τελευταία δεκαετία δυσχεραίνει τη λειτουργία των ΤΕΓ, με την Ελληνική Κοινότητα του Παρισιού και τους Συλλόγους Γονέων να αντιδρούν στέλνοντας επιστολές προς το Υπουργείο Παιδείας και διοργανώνοντας διαδικτυακές πρωτοβουλίες. Είναι ενδεικτικό ότι στην πλατφόρμα change.org συγκεντρώθηκαν περισσότερες από 2.300 υπογραφές με αίτημα τη διασφάλιση εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στα παιδιά της διασποράς.
«Το ΤΕΓ του Σαρτρουβίλ, πέρυσι λειτούργησε με δύο εκπαιδευτικούς, ενώ φέτος μόνο με μία νηπιαγωγό».
«Τα προβλήματα ξεκίνησαν με την οικονομική κρίση. Το Υπουργείο Παιδείας είχε θεωρήσει τότε ότι έπρεπε να ελαττωθούν τα έξοδα στα ΤΕΓ του εξωτερικού και σε πρώτη φάση ανακάλεσε όλες τις αποσπάσεις. Με πολύ κόπο καταφέραμε να έχουμε αριθμό εκπαιδευτικών, αρκετό ώστε να μην κλείσουν τα σχολεία», λέει στην «Κ» η Σέτα Θεοδωρίδου, πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Παρισιού και Περιχώρων, τονίζοντας ότι ο αριθμός των 16 εκπαιδευτικών εκτιμάται ως κατάλληλος από τους Συλλόγους Γονέων βάσει των σημερινών αναγκών. «Η περσινή χρονιά ήταν ιδιαίτερα δύσκολη διότι είχαμε 11 εκπαιδευτικούς και χρειάστηκε να συμπτυχθούν ορισμένες τάξεις. Φέτος μόλις με επτά για ολόκληρη την παρισινή περιφέρεια η κατάσταση είναι δραματική. Είναι ενδεικτικό, διευκρινίζει η κ. Θεοδωρίδου, ότι «το ΤΕΓ του Σαρτρουβίλ, πέρυσι λειτούργησε με δύο εκπαιδευτικούς, ενώ φέτος μόνο με μία νηπιαγωγό».
«Στο Τμήμα αυτό, ενώ πριν από μερικά χρόνια φοιτούσαν 40-50 μαθητές, φέτος φοιτούν μόνο 20 κι έτσι έπαψε να αναγνωρίζεται ως Τμήμα Ελληνικής Γλώσσας», προσθέτει.
Η διατήρηση της ποιότητας της εκπαίδευσης αποτελεί επιτακτική ανάγκη, λένε οι γονείς, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τη σημασία της συνέχισης της λειτουργίας των Τμημάτων Ελληνικής Γλώσσας στο Παρίσι και την ευρύτερη περιοχή.
«Τα ΤΕΓ επιτρέπουν στα παιδιά μας να αποκτήσουν την ελληνική παιδεία και να αναπτύξουν την ελληνική συνείδηση. Δεν πηγαίνουν στα ΤΕΓ μόνο για να μάθουν τη γλώσσα, αλλά και για να ανακαλύψουν τα έθιμα και τις παραδόσεις της πατρίδας μας, να δημιουργήσουν φιλίες με τα άλλα Ελληνόπουλα και να συνεχίσουν έτσι τη δυναμική του ελληνισμού στο εξωτερικό», εξηγεί στην «Κ» ο Ηλίας Ελ-Χαμπέρ, που έχει μετακομίσει με την οικογένειά του στο Παρίσι για να διδάξει στο τμήμα Βιολογίας της Σορβόννης. «Πολλοί γονείς και μαθητές, μη βλέποντας βελτίωση της κατάστασης, έχουν εγκαταλείψει τα ΤΕΓ. Ορισμένοι -όσοι έχουν τη δυνατότητα- καταφεύγουν σε ιδιωτικά μαθήματα, αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι απλά εγκαταλείπουν την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας».
Το πρόβλημα της έλλειψης εκπαιδευτικού προσωπικού εντοπίζεται τα τελευταία χρόνια στην αδυναμία άμεσης απόσπασης εκπαιδευτικών από την Ελλάδα, καθώς οι αιτήσεις που κατατίθενται είναι ελάχιστες. «Με επιμίσθιο ύψους 1.360 ευρώ τον μήνα είναι φυσικό να μην υπάρχουν υποψήφιοι, όταν η ενοικίαση μιας γκαρσονιέρας 20 τ.μ. κυμαίνεται γύρω στα 1.200 ευρώ», λέει η κ. Θεοδωρίδου, τονίζοντας την ανάγκη να δοθούν τα απαραίτητα οικονομικά κίνητρα στους Έλληνες εκπαιδευτικούς, ώστε να μπορέσουν να μετακομίσουν στη γαλλική πρωτεύουσα προκειμένου να διδάξουν τα Ελληνόπουλα.
ΥΠΑΙΘ: «Ανακαλούνται πολλές αρχικές αιτήσεις για απόσπαση»
Το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων βρίσκεται σε διαρκή συνεργασία με όλους τους Συντονιστές και τους Συλλόγους Γονέων για την εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής λειτουργίας των δομών παροχής ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, απαντά από την πλευρά του ο Γενικός Γραμματέας Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας και Ειδικής Αγωγής του ΥΠΑΙΘ κ. Κόπτσης και ειδικά για τη λειτουργία των ΤΕΓ στο Παρίσι, διευκρινίζει: «Μέσα από τη διαδικασία αποσπάσεων εκπαιδευτικών στο εξωτερικό, έχουμε διαπιστώσει πως μεγάλο ποσοστό υποψηφίων εκπαιδευτικών ανακαλούν την αρχική τους αίτηση για απόσπαση ή δεν αποδέχονται τη θέση για προσωπικούς λόγους με αποτέλεσμα, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, να μην υπάρχουν εκπαιδευτικοί στους πίνακες. Στη Γαλλία υπηρετούν αυτή τη στιγμή 16 εκπαιδευτικοί με απόσπαση οι οποίοι τοποθετούνται σε διάφορες περιοχές με ευθύνη του Συντονιστή Εκπαίδευσης και με βάση τις ανάγκες κάθε περιοχής. Συγκεκριμένα στο Παρίσι υπάρχουν ΤΕΓ όπου η αναλογία μαθητών προς εκπαιδευτικούς είναι πολύ μικρότερη από πολλές άλλες περιοχές».
Μόναχο: Ζωντανή «νησίδα» ελληνικής εκπαίδευσης στο εξωτερικό παρά τα προβλήματα
«Όταν στην Ελλάδα αναφέρονται σε ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό, θα πρέπει να έχουν κατά νου ότι πάνω από το 40% αυτής σε αριθμητική βάση αναφέρεται στη περιοχή της Βαυαρίας», λέει στην «Κ» ο Θωμάς Γκουδούλας, Πρόεδρος του Δ.Σ. του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων Μονάχου και Περιχώρων.
Στο Μόναχο, την πόλη που αριθμεί περισσότερους από 25.000 Έλληνες, σήμερα λειτουργούν τέσσερα ελληνικά δημοτικά σχολεία, δύο γυμνάσια κι ένα λύκειο, στα οποία φοιτούν 986 μαθητές. Εάν σε αυτά προστεθούν και τα Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας (ΤΕΓ), τότε ο αριθμός ξεπερνάει τα 2.000 παιδιά που βρίσκονται κάτω από την «ομπρέλα» της ελληνικής εκπαίδευσης στη Βαυαρία.
Παρατηρείται μία στροφή των Ελλήνων γονέων για φοίτηση των παιδιών τους σε γερμανικά σχολεία.
Ο αριθμός αυτός πριν από μία δεκαετία, ωστόσο, ήταν πολύ μεγαλύτερος, λέει ο κ. Γκουδούλας, τονίζοντας ότι παρατηρείται μία στροφή των Ελλήνων γονέων για φοίτηση των παιδιών τους σε γερμανικά σχολεία, με στόχο να περιορίσουν τις μεγάλες μετακινήσεις, αφού τα επτά ελληνικά σχολεία βρίσκονται διασκορπισμένα σε μία τεράστια έκταση περίπου 300 τ.χμ., στον ευρύτερο αστικό ιστό του Μονάχου.
«Στο Μόναχο τα κτίρια δεν είναι ιδιόκτητα, αλλά με μακροχρόνιες μισθώσεις που όταν αυτές λήγουν, δε μας επιτρέπουν να παραμείνουμε στη συγκεκριμένη περιοχή για να συνεχίσουμε την ελληνόγλωσση εκπαίδευση. Από την εκάστοτε διοίκηση του Συντονιστικού Γραφείου Μονάχου που έχει εξαιρετικά μεγάλη περιοχή ευθύνης, συμπεριλαμβανομένης της Στουτγάρδης και της Νυρεμβέργης, λείπει ο απαιτούμενος μακροχρόνιος σχεδιασμός και συχνά δίνεται η αίσθηση ότι αντιμετωπίζει τα προβλήματα την τελευταία στιγμή και “στο πόδι”», αναφέρει ο ίδιος.
Με στόχο τον περιορισμό των εξόδων, πριν μια δεκαετία, το 3ο δημοτικό σχολείο Μονάχου στο Νταχάου, ένα από τα παλαιότερα σχολεία της Γερμανίας, έκλεισε προκειμένου να συγχωνευτεί με το πλησιέστερο στην περιοχή του Μονάχου, ενώ τον τελευταίο ενάμιση χρόνο υπήρξε ανησυχία για το ενδεχόμενο νέας συγχώνευσης, αυτή τη φορά του 2ου δημοτικού σχολείου «Πυθαγόρας» με το 1ο Δημοτικό και το Σχολείο «Αριστοτέλης».
«Την πληροφορία για τη συγχώνευση την είχαμε τον Δεκέμβριο του 2021 όταν ενημερώθηκαν οι γονείς ότι το μισθωτήριο λήγει τον επόμενο χρόνο και δεν μπορεί να βρεθεί κτίριο. Αποκορύφωμα ήταν κάποιο υπηρεσιακό έγγραφο που κυκλοφόρησε μέσω e-mail για άμεσες ενέργειες στο τέλος του 2022. Η Επιτροπή του σχολείου έκανε από τις αρχές του ‘22 όλες τις απαραίτητες, τυπικές και ουσιαστικές ενέργειες με επιστολές προς το Συντονιστικό Γραφείο Εκπαίδευσης Μονάχου, προκειμένου να αναδείξει την αναγκαιότητα της συνέχισης της λειτουργίας του συγκεκριμένου σχολείου στο οποίο φοιτούν περισσότεροι από εκατό μαθητές», λέει ο κ. Γκουδούλας, επισημαίνοντας πως το θέμα της συστέγασης τελικά δεν ολοκληρώθηκε, καθώς η υπηρεσία κτιρίων της Βαυαρίας αποφάνθηκε ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει η συστέγαση. Σύμφωνα με τον ίδιο, από το Υπουργείο Παιδείας, δεν έχει υπάρξει -τουλάχιστον ακόμη- κάποια επίσημη ανακοίνωση που να κάνει λόγο για κλείσιμο του «Πυθαγόρα».
Ο Πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων Μονάχου και Περιχώρων, ζητά μέσω της «Κ» την εξασφάλιση της ποιότητας της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο Μόναχο, τονίζοντας ότι για να επιτευχθεί αυτό, είναι αναγκαία η αύξηση της χρηματοδότησης, καθώς και η έμπρακτη υποστήριξη από τα αρμόδια υπουργεία -Παιδείας και Εξωτερικών- μέσα από τη σύσταση επιτροπών εργασίας με συμμετοχή εκπροσώπων γονέων και καθηγητών.
Γεν. Γραμματέας Υπουργείου Παιδείας: «Κάνουμε τα πάντα για να γίνουν ευνοϊκότερες οι συνθήκες εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας»
Το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, μέσω του Γενικού Γραμματέα, Αλέξανδρου Κόπτση απαντά στην «Κ» για τον σχεδιασμό της επόμενης μέρας με στόχο την αναβάθμιση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης για τα παιδιά των Ελλήνων που ζουν μακριά από τη χώρα.
«Το Υπουργείο Παιδείας προσπαθεί να ενισχύσει και ενισχύει την ελληνόγλωσση εκπαίδευση με αποσπάσεις εκπαιδευτικών, δωρεάν αποστολή διδακτικού υλικού και με οικονομική ενίσχυση σχολικών επιτροπών».
«Η ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό, χαρακτηρίζεται από πολυμορφία και εκπαιδευτικές ιδιαιτερότητες από χώρα σε χώρα. Το Υπουργείο Παιδείας προσπαθεί να ενισχύσει και ενισχύει την ελληνόγλωσση εκπαίδευση με αποσπάσεις εκπαιδευτικών, δωρεάν αποστολή διδακτικού υλικού και με οικονομική ενίσχυση σχολικών επιτροπών. Τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε μείωση ενδιαφέροντος, από τους εκπαιδευτικούς, για απόσπαση στο εξωτερικό. Παρόλα αυτά σε κάθε γωνιά της γης όπου υπάρχουν Έλληνες μαθητές διδάσκεται η ελληνική γλώσσα και ο ελληνικός πολιτισμός και κάνουμε τα πάντα για να υπάρχει παντού το αναγκαίο εκπαιδευτικό προσωπικό και οι ευνοϊκότερες συνθήκες εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας. Με έγκαιρο προγραμματισμό και με ειδικές ρυθμίσεις φροντίσαμε ώστε όλες οι αποσπάσεις να πραγματοποιούνται πλέον νωρίτερα από ποτέ, πριν από την έναρξη της σχολικής χρονιάς, και να υπάρχει εκπαιδευτικό προσωπικό σε κάθε γωνιά της γης, όπου υπάρχουν Έλληνες μαθητές».