Η ραγδαία διείσδυση ασιατικών ψηφιακών πλατφορμών στο ευρωπαϊκό εμπόριο αναδεικνύεται σε μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την , με χώρες όπως η Ελλάδα να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των επιπτώσεων. Η αρχική προσπάθεια ρύθμισης του φαινομένου θεωρείται πλέον ανεπαρκής, καθώς τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η πίεση όχι μόνο δεν μειώνεται, αλλά εντείνεται.
Χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις του λιανεμπορίου βρίσκονται αντιμέτωπες με μια δραστική μετατόπιση της κατανάλωσης προς ψηφιακά κανάλια που λειτουργούν με εντελώς διαφορετικό κόστος, υποχρεώσεις και κανόνες. Το αποτέλεσμα είναι μια έντονη ανισορροπία ανταγωνισμού, η οποία πλήττει κυρίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της εγχώριας αγοράς.
Οι επιπτώσεις είναι ήδη ορατές σε κατηγορίες όπου οι πλατφόρμες κυριαρχούν, όπως ένδυση, αξεσουάρ, είδη σπιτιού, gadgets και ηλεκτρονικά. Πρόκειται για κλάδους που παραδοσιακά στήριζαν τη λιανική δραστηριότητα στην Ελλάδα, αλλά πλέον πιέζονται από ένα μοντέλο που προσφέρει τιμές 30% έως 60% χαμηλότερες, χωρίς να επιβαρύνεται με αντίστοιχους φόρους, δασμούς και τελωνειακούς ελέγχους.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι τοπικές επιχειρήσεις αναγκάζονται να συμπιέζουν ακόμη περισσότερο τα περιθώρια κέρδους τους, τη στιγμή που τα λειτουργικά κόστη – όπως ενέργεια, μισθοί και ενοίκια – παραμένουν αυξημένα. Παράλληλα, το μοντέλο logistics των ασιατικών πλατφορμών, με απευθείας αποστολές από αποθήκες εκτός Ε.Ε., παρακάμπτει τους παραδοσιακούς κρίκους της εμπορικής αλυσίδας, από τον χονδρέμπορο έως το φυσικό κατάστημα.















