Παρότι έχει απλοποιήσει και διευκολύνει σημαντικά τις συναλλαγές και τις επιχειρήσεις, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων εξέδωσε ερμηνευτική εγκύκλιο, διευκρινίζοντας ζητήματα που ανέκυψαν μετά την πρώτη εφαρμογή του ψηφιακού τέλους.Επικαιρότητα ειδήσεων
Η νέα εγκύκλιος (Ε. 2094/2025,) η οποία υπογράφεται από τον διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργο Πιτσιλή, παρέχει σαφείς κατευθύνσεις για το ποιες οικονομικές πράξεις επιβαρύνονται, με ποια ποσοστά και ποιος φέρει την ευθύνη καταβολής.
Συγκεκριμένα:
Μισθώσεις επαγγελματικών ακινήτων
Το τέλος με συντελεστή 3,60% επί του μισθώματος αφορά αποκλειστικά επαγγελματικές χρήσεις όταν το ακίνητο δεν έχει υπαχθεί σε ΦΠΑ και βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια. Η υποχρέωση απόδοσης βαρύνει κατά κανόνα τον ιδιοκτήτη μέσω της ετήσιας φορολογικής δήλωσης, με ειδική μεταχείριση όταν ο μισθωτής είναι φορέας του Δημοσίου.
Οι κατοικίες παραμένουν εκτός φορολογικού βάρους, ακόμη και αν ενοικιάζονται από εταιρείες για στέγαση εργαζομένων. Η εξαίρεση επεκτείνεται στις αποθήκες και τις θέσεις στάθμευσης που ενοικιάζονται από ιδιώτες μαζί με κατοικία. Οταν τμήμα κατοικίας χρησιμοποιείται επαγγελματικά, το τέλος υπολογίζεται μόνο για το αντίστοιχο ποσοστό του μισθώματος.
Στην υπεκμίσθωση, κάθε σύμβαση εξετάζεται χωριστά. Τυχόν πιστωτικός φόρος που προκύπτει από άλλες δηλώσεις μπορεί να συμψηφιστεί με το οφειλόμενο τέλος.
Πράξεις στα κτηματολογικά γραφεία
Η μεταγραφή μίσθωσης διάρκειας άνω των εννέα ετών επιβαρύνεται με πάγιο ποσό 1,20% επί του συνολικού ενοικίου όλης της περιόδου, καταβαλλόμενο εφάπαξ μέσω συμβολαιογράφου.
Για την εγγραφή υποθήκης ή τη μετατροπή προσημείωσης σε υποθήκη εφαρμόζεται συντελεστής 3,60%, ανεξάρτητα από την αιτία της οφειλής. Την καταβολή αναλαμβάνει ο αιτών την πράξη μέσω ηλεκτρονικού παραβόλου.
Εξαιρούνται οι υποθήκες που εξασφαλίζουν οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση, ασφαλιστικά ταμεία, πράκτορες Εθνικού Λαχείου για το αντίτιμο λαχνών, καθώς και υποθήκες για δάνεια από πιστωτικά ιδρύματα ή ομολογιακά δάνεια.
Χρηματοδοτήσεις και πιστώσεις
Υπόκεινται σε ψηφιακό τέλος τα δάνεια, έντοκα ή άτοκα, οι πιστώσεις που λειτουργούν ως δάνεια (συμπεριλαμβανομένων πιστωτικών καρτών) και οι μετατροπές ανεξόφλητων υπολοίπων σε νέο δάνειο, με ανώτατο όριο τα 150.000 ευρώ ανά σύμβαση. Κεφαλαιοποιημένοι τόκοι θεωρούνται νέο κεφάλαιο.
















