Η Ελλάδα, χώρα φωτός, ιστορίας και σίγουρα των αντιθέσεων, δεν απέκτησε ποτέ πυρηνική ισχύ και δεν κατασκεύασε εργοστάσια παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, ούτε διεκδίκησε ενεργειακή κυριαρχία μέσω της ατομικής τεχνολογίας, περιοριζόμενη στη λειτουργία ενός και μόνο ερευνητικού αντιδραστήρα στο ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, ο οποίος δεν παράγει ηλεκτρισμό αλλά συμβάλλει στη γνώση, στην επιστημονική κατάρτιση και στην τεχνολογική εξοικείωση. Για πολλά χρόνια, η συζήτηση γύρω από την πυρηνική ενέργεια παρέμενε στο περιθώριο, σχεδόν ταμπού, όμως οι ισορροπίες σήμερα μάλλον μεταβάλλονται με ό,τι υφίσταται γύρο μας.
Επιμέλεια: Νεκτάριος Ντούζουγλης – Χορμοβίτης

Η ανάγκη για ενεργειακή αυτάρκεια, η επιτακτική μετάβαση σε μη ρυπογόνες μορφές παραγωγής ενέργειας και η διεθνής γεωπολιτική αστάθεια, φέρνουν εκ νέου στο προσκήνιο το ερώτημα αν η Ελλάδα μπορεί ή πρέπει να κοιτάξει προς την κατεύθυνση της πυρηνικής τεχνολογίας. Η Ευρώπη, σε μεγάλο βαθμό, επανεξετάζει τη σχέση της με την πυρηνική ενέργεια, με χώρες όπως η Βουλγαρία, η Φινλανδία, η Ρουμανία και φυσικά η Γαλλία να επενδύουν συστηματικά σε νέες μονάδες και να επιδιώκουν ενεργειακή ανεξαρτησία με χαμηλές εκπομπές και μακροπρόθεσμη σταθερότητα.
«Η απελευθέρωση της ατομικής ενέργειας έχει αλλάξει τα πάντα εκτός από τον τρόπο που σκεφτόμαστε.»
– Άλμπερτ Αϊνστάιν
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα αρχίζει να παρακολουθεί πιο ενεργά τις εξελίξεις, όχι απαραίτητα με στόχο τη δημιουργία μεγάλων πυρηνικών σταθμών, αλλά διερευνώντας το ενδεχόμενο ένταξής της στη νέα γενιά των μικρών, αρθρωτών αντιδραστήρων, μιας τεχνολογίας που προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία, χαμηλότερο κόστος και υψηλότερη ασφάλεια και μπορεί να ενσωματωθεί σε συγκεκριμένες χρήσεις, ακόμη και στη ναυτιλία, όπου ήδη αναπτύσσεται συζήτηση για πλοία με πυρηνική πρόωση, ως λύση με μηδενικές εκπομπές και τεράστια αυτονομία. Δεν πρόκειται για θεωρητική προσέγγιση, αλλά για πραγματικά σενάρια που εξετάζονται σοβαρά.
Είναι έτοιμη η Ελλάδα για ένα τέτοιο βήμα;
Από τη μία πλευρά, η ενεργειακή ανεξαρτησία αποτελεί ένα στρατηγικό ζητούμενο και η τεχνολογία αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει υποστηρικτικά σε αυτόν τον στόχο, ωστόσο, από την άλλη, η έντονη σεισμικότητα της χώρας και η συλλογική μνήμη μεγάλων πυρηνικών ατυχημάτων, δημιουργούν μια αντικειμενικά δύσκολη ψυχολογική και κοινωνική συνθήκη, που σίγουρα δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Καταφύγια Πολέμου στην Ελλάδα: Πού βρίσκονται και ποια είναι η κατάστασή τους
Ωστόσο, ο δημόσιος διάλογος χρειάζεται να ενισχυθεί, η εκπαίδευση να αναβαθμιστεί, οι θεσμοί να ενδυναμωθούν και η εμπιστοσύνη των πολιτών να καλλιεργηθεί σε βάθος, με ειλικρίνεια και μεθοδικότητα. Η τεχνολογία δεν είναι από μόνη της σωτηρία ούτε απειλή, είναι ένα μέσο που εξαρτάται από το ποιοι και πώς θα τη χρησιμοποιήσουν και τι είδους κοινωνία θα τη φιλοξενήσει.
Τι γίνεται με τη «γείτονα»;
Η οποιαδήποτε συζήτηση για την ενεργειακή ενίσχυση της Ελλάδας δεν μπορεί να αγνοεί τη γεωγραφία και τους γείτονες, ειδικά όταν η Τουρκία, με διακηρυγμένο στόχο την ενεργειακή αυτάρκεια και ενίσχυση της στρατηγικής της επιρροής, προχωρά με σταθερά βήματα στην ολοκλήρωση του πρώτου της πυρηνικού σταθμού στο Άκκουγιου, σε συνεργασία με τη Ρωσία, γεγονός που ήδη διαμορφώνει νέα δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και εγείρει εύλογους προβληματισμούς για την ισορροπία ισχύος και την ασφάλεια στο Αιγαίο. Αν μία χώρα της περιοχής διαθέτει πυρηνική υποδομή και η άλλη όχι, τότε η απόσταση μεταξύ τους δεν είναι απλώς τεχνολογική αλλά και στρατηγική, πράγμα που καθιστά ακόμη πιο επιτακτικό για την Ελλάδα να συμμετάσχει στον διάλογο με επίγνωση και ενεργή παρουσία στον ευρωπαϊκό και διεθνή ενεργειακό σχεδιασμό.
Η χώρα μας δεν έχει ανάγκη να επιδείξει ισχύ με όρους παρελθόντος, έχει όμως κάθε λόγο να επιδιώξει σταθερότητα, βιωσιμότητα και ενεργειακή αυτονομία και αν η πυρηνική ενέργεια, με τις σωστές προϋποθέσεις, μπορεί να υπηρετήσει αυτούς τους στόχους, τότε η συζήτηση δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ιστορική ανάγκη. Το ερώτημα δεν είναι αν θα γίνει πυρηνική δύναμη, αλλά αν θα είναι σε θέση να διαχειριστεί την τεχνογνωσία με τρόπο ώριμο, υπεύθυνο και ωφέλιμο για τις μελλοντικές γενιές.
Ίσως αυτή να είναι η στιγμή για μια νέα ματιά προς την τεχνολογία με νηφαλιότητα, με σοβαρή προετοιμασία και ειλικρινή προβληματισμό. Η Ελλάδα μπορεί να μη διαθέτει πυρηνικά όπλα ή σταθμούς, αλλά διαθέτει το δικαίωμα και την ικανότητα να επιλέξει το ενεργειακό της μέλλον και αυτή η επιλογή, σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται γρήγορα, είναι και αυτή μια πράξη δύναμης.
…Γιατί το Ισραήλ ξέρει
Την ίδια στιγμή, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει την ιδιαίτερη περίπτωση του Ισραήλ, μιας χώρας που, χωρίς να έχει ανακοινώσει επισήμως πυρηνικό οπλοστάσιο, διατηρεί και πρέπει διατηρεί το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, προβάλλοντας κυρίως υπαρξιακά και όχι επιθετικά επιχειρήματα. Παρά τις σκιές και τις εικασίες, το Ισραήλ δεν έχει απειλήσει άμεσα καμία χώρα με πυρηνική επίθεση, ενώ ο διεθνής λόγος του διαρκώς κινείται γύρω από τη διατήρηση της ασφάλειάς του, ακολουθώντας, σε γενικές γραμμές, τη λογική των παγκόσμιων συμβάσεων, έστω και αν δεν τις επικαλείται ρητά. Το παράδειγμα αυτό, όσο μακρινό κι αν φαίνεται, δείχνει πως η κατοχή ή η αξιοποίηση πυρηνικής τεχνολογίας δεν συνεπάγεται αυτόματα επιθετικότητα, αλλά ανοίγει πεδίο για βαθύτερη γεωπολιτική ισορροπία και εθνική προστασία μέσω αποτροπής και όχι μέσω απειλής, κατι που το Ισραήλ το αποδυκνύει προστατέυοντας παράλληλα και τα κεφάλια μας.