Σημαντικές προκλήσεις στην πρόσβαση σε υπηρεσίες φροντίδας, υγείας και μεταφορών καταγράφει η νέα έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024, η οποία εξετάζει τα δεδομένα του 2023. Σύμφωνα με τα στοιχεία, 1.073.432 παιδιά ηλικίας 0–12 ετών ζουν στην Ελλάδα, αποτελώντας το 10,5% του πληθυσμού και κατοικώντας σε 715.420 νοικοκυριά, δηλαδή στο 16,6% του συνόλου.
Η πλειοψηφία των οικογενειών αυτών (75,1%) δηλώνει ότι δυσκολεύεται να καλύψει το κόστος για υπηρεσίες φύλαξης και φροντίδας παιδιών, ενώ το ποσοστό φτάνει το 100% στα φτωχά νοικοκυριά. Παράλληλα, το 6,4% θα ήθελε να αυξήσει ή να ξεκινήσει τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών, αλλά οι κυριότεροι ανασταλτικοί παράγοντες είναι το κόστος (54,5%) και η μη διαθεσιμότητα (13,6%).
Ανάλογες δυσκολίες συναντώνται και στην παροχή φροντίδας κατ’ οίκον σε ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρίες ή χρόνιες παθήσεις. Το 16% των νοικοκυριών με σχετική ανάγκη χρησιμοποιεί τέτοιες υπηρεσίες, αλλά το 66,5% καλύπτει μερικώς ή πλήρως το κόστος, με το 96,1% να δηλώνει δυσκολία στην αποπληρωμή. Σχεδόν τέσσερις στους δέκα που χρειάζονται επαγγελματική φροντίδα στο σπίτι είτε δεν τη λαμβάνουν είτε λαμβάνουν λιγότερη απ’ όση χρειάζονται — κυρίως για οικονομικούς λόγους (70,9%).
Όσον αφορά τα μέσα μαζικής μεταφοράς, μόλις το 6,7% των πολιτών άνω των 16 ετών τα χρησιμοποιεί καθημερινά, ενώ το 61,3% ποτέ, με κύριο λόγο τη χρήση ιδιωτικού οχήματος ή μετακινήσεις πεζή.
Τέλος, η έρευνα καταγράφει αισθήματα διακριτικής μεταχείρισης κατά την επαφή με δημόσιες υπηρεσίες (2,6%), σε διαδικασίες αγοράς ή ενοικίασης κατοικίας (1%) και σε δημόσιους χώρους (1,8%).
Όσον αφορά τα κοινωνικά επιδόματα, το 64,7% των εργαζομένων δηλώνει ότι δικαιούται επίδομα ανεργίας, ενώ το 78,1% δηλώνει δικαίωμα επιδόματος ασθενείας ή ατυχήματος.