Υπό το βάρος του επίμονου πληθωρισμού και της φθίνουσας ζήτησης, οι γίγαντες του λιανεμπορίου τροφίμων και καλλυντικών περιορίζουν τις αυξήσεις τιμών στις ΗΠΑ. Στόχος τους είναι να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να αποτρέψουν περαιτέρω απώλεια μεριδίου αγοράς.
Η Nestlé, η Mondelez και άλλες μεγάλες εταιρείες βλέπουν τη ζήτηση στη Βόρεια Αμερική να εξασθενεί. Παρόλο που η Nestlé σημείωσε παγκόσμια αύξηση 2,8% στις οργανικές πωλήσεις, η παρουσία της στις ΗΠΑ παρέμεινε στάσιμη. Αντίστοιχα, η Mondelez κατέγραψε πτώση 3,6% στην ίδια αγορά, ενώ η Coca-Cola είδε την ανάπτυξή της να περιορίζεται στο 3% στις ΗΠΑ, έναντι 6% διεθνώς.
Οι δασμοί που προωθούνται από την κυβέρνηση Τραμπ επιβαρύνουν περαιτέρω την κατάσταση. Παρόλο που οι περισσότερες εταιρείες παράγουν εντός ΗΠΑ, οι πρώτες ύλες και η εφοδιαστική ακριβαίνουν. Η P&G προβλέπει κόστος έως και 1,5 δισ. δολάρια ετησίως από τους δασμούς, ενώ εξετάζει αυξήσεις τιμών 1%–2% σε επιλεγμένα προϊόντα.
Ωστόσο, σε ένα περιβάλλον που οι ιδιωτικές ετικέτες των λιανοπωλητών – όπως της Walmart και της Lidl – κερδίζουν έδαφος, η αύξηση των τιμών μοιάζει με δίκοπο μαχαίρι. Σύμφωνα με την Global Data, το 45% των Αμερικανών στράφηκε σε φθηνότερες μάρκες το πρώτο τρίμηνο του 2025, έναντι 33% το 2023.
Η Nestlé, αντιλαμβανόμενη την πίεση, μείωσε τις τιμές στις ΗΠΑ κατά 1%. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δεσμεύτηκε να μειώσει περαιτέρω το κόστος για προϊόντα όπως οι κατεψυγμένες πίτσες, ώστε να κερδίσει πίσω τους καταναλωτές.