Το ενδεχόμενο ευρύτερης αξιοποίησης των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων επανέρχεται στο τραπέζι, με στόχο την αύξηση των εσόδων των ταμείων και την ενίσχυση της μεσαίας τάξης μέσω στοχευμένων παροχών.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, το σύνολο των αποθεματικών του ΕΦΚΑ και του Ασφαλιστικού Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ) φτάνει τα 40 δισ. ευρώ – 20 δισ. το καθένα. Παρότι ο νόμος του 2007 επιτρέπει την επένδυση έως και του 23% των αποθεματικών σε χρηματοοικονομικά προϊόντα, σήμερα επενδύεται μόλις το 15%, δηλαδή περίπου 3 δισ. ευρώ.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, δεν επενδύεται κανένα μέρος των αποθεματικών του ΑΚΑΓΕ, λόγω νομικής ασάφειας ως προς την εφαρμογή του σχετικού κανόνα.
Αν εφαρμοζόταν το προβλεπόμενο 23% τόσο στον ΕΦΚΑ όσο και στον ΑΚΑΓΕ, τα ετήσια έσοδα από αποδόσεις θα μπορούσαν να προσεγγίσουν το 1 δισ. ευρώ – υπερδιπλάσια από τα 450 εκατ. ευρώ που αποδόθηκαν το 2024. Αυτή η αύξηση θα έδινε τη δυνατότητα για σημαντικές κοινωνικές παροχές, όπως η ενίσχυση του επιδόματος των χαμηλοσυνταξιούχων, το οποίο σήμερα ανέρχεται στα 250 ευρώ και κοστίζει 350 εκατ. ευρώ. Με τα επιπλέον έσοδα, το επίδομα θα μπορούσε να φτάσει ακόμα και τα 650 ευρώ.
Η συζήτηση αποκτά ιδιαίτερο βάρος ενόψει της υποχρέωσης εφαρμογής διεθνών λογιστικών προτύπων στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης από το 2026. Σε αυτό το πλαίσιο, η κρατική επιχορήγηση – που καλύπτει το 50% της χρηματοδότησης των ταμείων – θα λογίζεται ως «έλλειμμα», γεγονός που ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την πιστοληπτική εικόνα της χώρας.
Η αύξηση των ιδίων εσόδων μέσω επενδύσεων θα μπορούσε να μειώσει την εξάρτηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, περιορίζοντας έτσι αυτό το «λογιστικό έλλειμμα». Ωστόσο, η πλήρης μετάβαση στα διεθνή πρότυπα εκτιμάται ότι θα απαιτήσει τουλάχιστον δύο έτη, φτάνοντας στο 2027–2028.