«Παρκάρω ύστερα από 8 ώρες στη δουλειά και από τη μια ανυπομονώ να ανέβω στο σπίτι μου, από την άλλη όμως απολαμβάνω τη ζεστή ατμόσφαιρα του αυτοκινήτου. Η πολυκατοικία που μένω έχει υποδομή για κεντρική θέρμανση πετρελαίου, τα σώματα όμως δεν τα έχουμε ανάψει ποτέ, τουλάχιστον όχι τα πέντε χρόνια που κατοικώ εγώ».
Οι κινήσεις του Τάσου είναι πλέον αυτοματοποιημένες. Με το που μπαίνει στο σπίτι του ανοίγει το σώμα λαδιού που έχει αγοράσει για το σαλόνι του. «Κλείνω όλες τις άλλες πόρτες για να μη “φεύγει” η ζέστη και φροντίζω να μη χρειαστεί να πάω στην κουζίνα ή το μπάνιο, όπου θα επικρατούν πολικές θερμοκρασίες. Περνάω όλο μου το απόγευμα αποκλεισμένος σ’ ένα και μοναδικό δωμάτιο του σπιτιού μου. Μη φανταστείς πως και στο σαλόνι επικρατεί ευχάριστη ατμόσφαιρα, σίγουρα όμως είναι υποφερτά» περιγράφει στην «Κ».
Περίπου το 40% των κατοικιών στην Αττική κατασκευάστηκαν πριν από το 1980 και στερούνται των βασικών προδιαγραφών μόνωσης.
Τα κουφώματα στο σπίτι του Τάσου είναι παλιά και παρά τις προσπάθειές του να τα μονώσει με ειδικές ταινίες που υπάρχουν στο εμπόριο, δεν έχει δει κάποια σημαντική διαφορά. Οπως αναφέρει έρευνα που δημοσίευσε το ΕΚΠΟΙΖΩ για τις ενεργειακές ανάγκες των νοικοκυριών στην Αττική, περίπου το 40% των κατοικιών κατασκευάστηκαν πριν από το 1980 και στερούνται των βασικών προδιαγραφών μόνωσης.
Για ύπνο με το σώμα λαδιού ανά χείρας
Ο Τάσος όταν έρθει η ώρα να κοιμηθεί, παίρνει το σώμα λαδιού ανά χείρας και πηγαίνει στο υπνοδωμάτιο. «Αρχικά είχα αγοράσει ένα αερόθερμο για το υπνοδωμάτιο αλλά δεν μου ταίριαξε. Δημιουργούσε αποπνικτική ατμόσφαιρα» εξηγεί ο ίδιος. Το θέμα του ύπνου απασχολεί και τον Αριστοτέλη που, όπως λέει στην «Κ», έχει παρατηρήσει την ενέργειά του να μειώνεται τον χειμώνα. «Δυσκολεύομαι να σηκωθώ από το κρεβάτι επειδή ξέρω πως θα βρεθώ να περιφέρομαι σ’ ένα παγωμένο σπίτι που δεν μπορώ να το ζεστάνω με κανέναν τρόπο. Από τη στιγμή που οι τοίχοι και οι σωληνώσεις παραμένουν παγωμένοι όσους θερμοπομπούς και να βάλω, όσα ηλεκτρικά σώματα και να ανάψω, το σπίτι μου είναι κρύο».
Υπάρχουν μέρες που νομίζω πως κάνει κρύο, βγαίνω όμως από το σπίτι και καταλαβαίνω πως έξω έχει μια χαρά θερμοκρασία.
Ο Αριστοτέλης εξηγεί πως συχνά η θερμοκρασία του διαμερίσματός του είναι χαμηλότερη από την εξωτερική θερμοκρασία. «Υπάρχουν μέρες που νομίζω πως κάνει κρύο, βγαίνω όμως από το σπίτι και καταλαβαίνω πως έξω έχει μια χαρά θερμοκρασία. Νιώθω άσχημα, αποφεύγω να προσκαλώ κόσμο στο σπίτι μου, που κατά τ’ άλλα μου αρέσει. Θα μου πεις γιατί δεν μετακομίζω; Δεν οδηγώ και δεν θέλω να απομακρυνθώ από το κέντρο. Οσα σπίτια έχω δει στις περιοχές που μ’ εξυπηρετούν είναι στην ίδια κατάσταση. Και δεν μιλάω για χαμηλά ενοίκια, αλλά ακόμα και για διαμερίσματα των 500 και 600 ευρώ. Επιπλέον ποιος μου εγγυάται πως σε μια πολυκατοικία με κεντρική θέρμανση οι υπόλοιποι ένοικοι πράγματι θα συμφωνήσουν να τη χρησιμοποιούμε; Η λύση είναι το ατομικό σύστημα, αυτά τα σπίτια όμως είναι εξαιρετικά ακριβά, αλλά και δυσεύρετα».
Η θέρμανση ως παροχή πολυτελείας
Σύμφωνα με την έρευνα του ΕΚΠΟΙΖΩ, περίπου το 56% των κατοίκων θερμαίνουν τα σπίτια τους χρησιμοποιώντας συστήματα κεντρικής θέρμανσης, με κυρίαρχο το πετρέλαιο θέρμανσης (41,1%) και σε μικρότερο ποσοστό το φυσικό αέριο (14,5%). Περίπου το 20% των νοικοκυριών λειτουργεί το σύστημα θέρμανσης για λιγότερο από 2 ώρες την ημέρα ή καθόλου και το 35% από 2 έως 4 ώρες την ημέρα.
Τουλάχιστον 8 στους 10 που έχουν κεντρική θέρμανση χρησιμοποιούν συμπληρωματικά κυρίως κλιματιστικά (46,09%) και ηλεκτρικές συσκευές (25,58%).
Αυτή είναι και η περίπτωση της Μελίνας που η πολυκατοικία της διαθέτει κεντρική θέρμανση φυσικού αερίου. «Πληρώνω ενοίκιο 900 ευρώ στην περιοχή του Χίλτον και όταν μετακόμισα περίμενα πως θα ζω σ’ ένα ζεστό σπίτι. Στη συνέλευση της πολυκατοικίας όμως αποφασίστηκε πως θα ανάβουμε τη θέρμανση μόνο για 4 ώρες την ημέρα, 2 ώρες το πρωί και 2 ώρες το βράδυ. Σίγουρα “σπάει” το κρύο, σε καμία περίπτωση όμως δεν επαρκούν για το διαμέρισμά μου, που έχει αρκετούς ενιαίους χώρους». Η Μελίνα σκέφτεται να καταφύγει σε ενισχυτική πηγή θέρμανσης, όπως άλλωστε κάνουν και οι 8 στους 10 από αυτούς που έχουν κεντρική θέρμανση με φυσικό αέριο, καθώς σύμφωνα με το ΕΚΠΟΙΖΩ, χρησιμοποιούν συμπληρωματικά κυρίως κλιματιστικά (46,09%) και ηλεκτρικές συσκευές (25,58%). Το ίδιο ισχύει και για τους 9 στους 10 όσων έχουν κεντρική θέρμανση με πετρέλαιο.
Οσοι ψάχνουν αυτήν την περίοδο να νοικιάσουν σπίτι, θέτουν ως βασικότερο κριτήριο την τιμή και όχι τη θέρμανση.
Σύμφωνα με τον μεσίτη Παναγιώτη Μαντή, που δραστηριοποιείται κυρίως στο κέντρο της Αθήνας και τις γύρω περιοχές, είναι σύνηθες για τις πολυκατοικίες να μην ανοίγουν τη θέρμανση, γεγονός όμως που δεν φαίνεται να επηρεάζει τους πελάτες του. «Οσοι ψάχνουν αυτήν την περίοδο να νοικιάσουν σπίτι, θέτουν ως βασικότερο κριτήριο την τιμή και όχι τη θέρμανση. Εχουν ανέβει τόσο πολύ οι τιμές και η προσφορά είναι χαμηλότερη της ζήτησης, οπότε το ζήτημα της θέρμανσης θεωρείται πολυτέλεια και μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Επιπλέον, οι πολυκατοικίες είναι στην πλειονότητά τους της δεκαετίας ’65 – ’75, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τη μόνωση».
Δύσκολη εξίσωση
Η Νατάσα, που πληρώνει 650 ευρώ ενοίκιο για ένα επιπλωμένο διαμέρισμα στην περιοχή του Μεγάρου Μουσικής, εξιστορεί στην «Κ» την καθημερινή εξίσωση που έχει να λύσει. «Δεν φτάνει που το σπίτι δεν έχει θέρμανση, είναι και ηλεκτρολογικά προβληματικό. Αν έχω ανοιχτό τον θερμοπομπό στο υπνοδωμάτιο και το καλοριφέρ λαδιού στο σαλόνι, τότε είμαι στο όριο. Αν ξεχαστώ και ανάψω οποιαδήποτε άλλη συσκευή τότε το σύστημα καταρρέει και θα πρέπει να κατέβω στο υπόγειο της πολυκατοικίας και να σηκώσω το ρελέ που θα έχει πέσει. Με τους ιδιοκτήτες δεν μπορώ να συνεννοηθώ. Είναι Κινέζοι που αγόρασαν το διαμέρισμα πριν λίγα χρόνια για χρυσή βίζα και δεν τους απασχολεί να το αναβαθμίσουν σε οποιονδήποτε βαθμό. Κάθε χειμώνα λέω πως δεν γίνεται να ζω έτσι, μέχρι του χρόνου θα μετακομίσω. Οι τιμές όμως έχουν εκτοξευτεί, τόσο για ενοικίαση όσο και για αγορά».
Υγρασία 75%, θερμοκρασία 15-18ο C
Ο αφυγραντήρας που χρησιμοποιεί η Νατάσα σε συστηματική βάση δείχνει πως το επίπεδο υγρασίας του σπιτιού της κυμαίνεται γύρω στο 75% και η θερμοκρασία μεταξύ 15-18ο C. Σύμφωνα με την έρευνα του ΕΚΠΟΙΖΩ, περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά αναφέρουν θερμοκρασία εσωτερικού χώρου μικρότερη από τη θερμοκρασία δωματίου που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), δηλαδή μεταξύ 18-21ο C. Το συγκεκριμένο στοιχείο είναι άκρως ανησυχητικό καθώς το ποσοστό των νοικοκυριών που αναφέρουν προβλήματα υγείας λόγω ανεπαρκούς θέρμανσης (θερμοκρασία σπιτιού μεταξύ 15-18ο C), είναι διπλάσιο από το αντίστοιχο ποσοστό για θερμοκρασία σπιτιού μεταξύ 18-21ο C. Το ποσοστό των σπιτιών με θερμοκρασία κάτω από 15ο C είναι περίπου τέσσερις φορές υψηλότερο, καθιστώντας προβληματική τη διαβίωση των κατοίκων μέσα στα ίδια τους τα σπίτια.
Ο φετινός χειμώνας μέχρι στιγμής είναι σχετικά διαχειρίσιμος, όσον τουλάχιστον αφορά τις θερμοκρασίες που έχουν σημειωθεί στην Αττική. Αυτό στην πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να μας καθησυχάζει, καθώς οι συγκυριακές διακυμάνσεις και οι παράπλευρες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής με την ίδια άνεση μπορεί να οδηγήσουν σε έναν δύσκολο χειμώνα την επόμενη χρονιά. Το δικαίωμα στη θέρμανση άλλωστε είναι παντός καιρού.