Η αμερικανική κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο έκδοσης «αρχικής απόφασης» ότι η TP-Link αποτελεί απειλή για την εθνική ασφάλεια, εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιορισμό ή και απαγόρευση των δραστηριοτήτων της στην αμερικανική αγορά. Η κίνηση έρχεται κατόπιν έρευνας του Υπουργείου Εμπορίου για τους δεσμούς της εταιρείας με την Κίνα, η οποία ξεκίνησε πέρυσι και, σύμφωνα με πηγές, έχει επιταχυνθεί τις τελευταίες εβδομάδες.
Το ζήτημα αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα ενόψει της προγραμματισμένης συνάντησης στο τέλος του μήνα μεταξύ του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ. Στο παρασκήνιο, το Πεκίνο ανακοίνωσε νέους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, ενώ στην Ουάσινγκτον εντείνονται οι πιέσεις από νομοθέτες και των δύο κομμάτων για σκληρότερη στάση έναντι κινεζικών προμηθευτών δικτύου. Τον Μάιο, περισσότεροι από δώδεκα Ρεπουμπλικάνοι —μεταξύ τους ο πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, Τομ Κότον— ζήτησαν την απαγόρευση νέων πωλήσεων προϊόντων TP-Link.
Το νομικό εργαλείο για μια τέτοια απόφαση είναι το εκτελεστικό διάταγμα του 2019, που παρέχει στο Υπουργείο Εμπορίου την εξουσία να αποκλείει εταιρείες τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών με δεσμούς σε ξένους αντιπάλους, εφόσον κριθούν «απαράδεκτος κίνδυνος» για την εθνική ασφάλεια. Η TP-Link θα έχει δικαίωμα να αντικρούσει τυχόν ευρήματα πριν από τελική απόφαση.
Η εταιρεία, ιδρυθείσα πριν από σχεδόν τρεις δεκαετίες στην Κίνα, επιχείρησε πρόσφατα να αποστασιοποιηθεί από την προέλευσή της, διασπώμενη σε δύο οντότητες: αμερικανική (με έδρα το Irvine, Καλιφόρνια) και κινεζική (Shenzhen). Παρά τις δεσμεύσεις για επενδύσεις στις ΗΠΑ, διατηρεί σημαντικές δραστηριότητες στην ηπειρωτική Κίνα. Πριν τη διάσπαση, ήταν ο μεγαλύτερος πάροχος consumer Wi-Fi διεθνώς, με ισχυρή παρουσία σε λιανεμπόρους όπως Amazon και Best Buy.
Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν αναφέρει ότι δρομολογητές TP-Link βρέθηκαν ανάμεσα στις συσκευές που αξιοποιήθηκαν από κρατικά υποστηριζόμενους Κινέζους χάκερ (επιθέσεις Volt Typhoon, Salt Typhoon) κατά αμερικανικών υποδομών. Δεν υπάρχουν στοιχεία συνέργειας της εταιρείας και η TP-Link δηλώνει πως δεν έχει επαληθεύσει αν και πώς επηρεάστηκαν συσκευές της. Πέραν της έρευνας ασφάλειας, βρίσκεται σε εξέλιξη και ποινική αντιμονοπωλιακή διερεύνηση για πρακτικές τιμολόγησης και επιπτώσεις του μεριδίου αγοράς της στις ΗΠΑ.
Σε δήλωσή της, η TP-Link ανέφερε ότι συνεργάζεται στενά με το Υπουργείο Εμπορίου για την αντιμετώπιση οποιωνδήποτε ανησυχιών και εκτιμά ότι η αξιολόγηση θα αναγνωρίσει την ασφάλεια των προϊόντων και των λειτουργιών της.