Η δημοσίευση της νέας στρατηγικής εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ σηματοδοτεί μια από τις πιο απότομες μετατοπίσεις στην αμερικανική εξωτερική πολιτική από το 1945. Το κείμενο των 33 σελίδων, που έγινε διαθέσιμο την 5η Δεκεμβρίου 2025, προκαλεί έντονες αντιδράσεις τόσο στην Ουάσινγκτον όσο και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Η νέα στρατηγική απομακρύνεται εμφανώς από το μεταπολεμικό πλαίσιο συνεργασιών, υιοθετώντας έναν λόγο που εκπλήσσει για την αδιαφορία του απέναντι σε ανταγωνιστές των ΗΠΑ και ταυτόχρονα για την επιθετικότητα προς παραδοσιακούς συμμάχους. Η Ευρώπη καταλαμβάνει ελάχιστο χώρο στο έγγραφο και περιγράφεται ως ήπειρος που βυθίζεται σε οικονομική στασιμότητα και πολιτισμική συρρίκνωση, με παράγοντες όπως η μετανάστευση και η δημογραφική φθορά να παρουσιάζονται ως σημεία παρακμής.
Στο επίκεντρο βρίσκονται οι εσωτερικές μεταβολές της Γηραιάς Ηπείρου. Η Ουάσινγκτον θεωρεί ότι τα εθνικιστικά κόμματα που αναδύονται μπορούν να ανατρέψουν τη σημερινή πορεία της ΕΕ, μια θέση που ουσιαστικά παρεμβαίνει στα πολιτικά δεδομένα των κρατών–μελών. Η στάση αυτή συνδέεται άμεσα με την ομιλία του αντιπροέδρου Βανς στο Μόναχο, η οποία τότε αντιμετωπίστηκε ως εξαίρεση, αλλά πλέον αποδεικνύεται κεντρική στην αμερικανική στρατηγική.
Η σύγκλιση της δημοσίευσης με την απόφαση της ΕΕ να επιβάλει πρόστιμο στην πλατφόρμα Χ διαμορφώνει ακόμη πιο τεταμένο κλίμα στις διατλαντικές σχέσεις, καθώς η Ουάσινγκτον αντιδρά με πρωτοφανή οξύτητα.
Η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ φαίνεται να αντλεί έμπνευση από το κίνημα MAGA, εγκαταλείποντας τον παραδοσιακό διακομματικό χαρακτήρα. Οι συμμαχίες πλέον θεωρούνται αναλώσιμες, ενώ οι αξίες μπαίνουν σε δεύτερο πλάνο έναντι της σκληρής ισχύος. Στο ουκρανικό, η στρατηγική προκρίνει διαπραγμάτευση και παγώνει ουσιαστικά την ευρωατλαντική πορεία του Κιέβου, περιορίζοντας τη συζήτηση για την ευθύνη της Ρωσίας.
Παράλληλα, οι ΗΠΑ προετοιμάζουν αναδιάταξη στο δυτικό ημισφαίριο, εμποδίζοντας την κινεζική παρουσία, ενώ στην Ασία η πολιτική διαμορφώνεται αποκλειστικά από τον ανταγωνισμό με το Πεκίνο και τη στρατιωτική υπεροχή γύρω από την Ταϊβάν.















