Η Ελλάδα ετοιμάζεται να αξιοποιήσει το πλεόνασμα δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων που διαθέτει, χάρη στη σημαντική διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), με τα κρατικά ταμεία να αναμένεται να εισπράξουν από 3 έως 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Η Κύπρος θα είναι η πρώτη χώρα-αγοραστής, ενώ και άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) βρίσκεται σε προχωρημένες συζητήσεις με τις κυπριακές αρχές για την πώληση μέρους από τους περίπου 40 εκατομμύρια τόνους έξτρα δικαιωμάτων που διαθέτει η Ελλάδα. Για τον σκοπό αυτό, έχει ήδη δρομολογηθεί η ανάθεση σε σύμβουλο της ανάπτυξης μιας μεθοδολογίας για την τιμολόγηση των δικαιωμάτων, η οποία θα αποτελέσει τον οδηγό και για μελλοντικές συμφωνίες.
Το ενδιαφέρον δεν περιορίζεται μόνο στην Κύπρο. Η Σουηδία και η Νορβηγία έχουν επίσης εκφράσει την πρόθεσή τους να αγοράσουν δικαιώματα, ενώ διερευνητικές επαφές έχουν γίνει με τη Γερμανία και την Ιταλία, χώρες που αναμένεται να δυσκολευτούν να επιτύχουν τους κλιματικούς τους στόχους για το 2030.
Με τις τρέχουσες τιμές των δικαιωμάτων να κυμαίνονται γύρω στα 76 ευρώ ανά τόνο CO2, τα άμεσα έσοδα για την Ελλάδα υπολογίζονται σε πάνω από 3 δισ. ευρώ. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις αναφέρουν συνεχή ανοδική πορεία, με μελέτες να προβλέπουν ότι η τιμή μπορεί να φτάσει τα 129 ευρώ ανά τόνο έως το 2030, εκτοξεύοντας τα δυνητικά έσοδα στα 5 δισ. ευρώ.
Η δυνατότητα αυτή πηγάζει από τον ευρωπαϊκό κανονισμό 2018/842 (Effort Sharing Regulation – ESR), ο οποίος επιτρέπει τη μεταβίβαση δικαιωμάτων μεταξύ κρατών-μελών. Η Ελλάδα, μαζί με λίγες ακόμα χώρες όπως η Ισπανία και η Πολωνία, βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση καθώς εκτιμάται ότι θα υπερκαλύψει τους στόχους μείωσης εκπομπών, κυρίως λόγω των επενδύσεων στις ΑΠΕ. Οι πόροι που θα εξασφαλιστούν από τις πωλήσεις θα κατευθυνθούν σε στοχευμένα έργα για το περιβάλλον, όπως στη διαχείριση αποβλήτων, τις μεταφορές και τη γεωργία.