Σημαντική υποχώρηση καταγράφεται στη ζήτηση των ελληνικών καυσίμων στο εξωτερικό, προκαλώντας ανησυχία για την πορεία του εμπορικού ισοζυγίου και τη συνολική εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 25,3% τον Μάρτιο, κυρίως λόγω της πτώσης των εξαγωγών.
Η συνολική αξία των εξαγωγών τον Μάρτιο ανήλθε σε 3,935 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 8,4% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Ενδεικτικό είναι ότι οι εξαγωγές χωρίς τα καύσιμα αυξήθηκαν κατά 6,7%, κάτι που υπογραμμίζει πως η μεγάλη απώλεια προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από τα πετρελαιοειδή – μείωση άνω των 710 εκατ. ευρώ.
Παρά το ότι η Ελλάδα δεν παράγει πετρέλαιο, τα σύγχρονα διυλιστήρια της χώρας την έχουν καταστήσει μία από τις 20 πρώτες εξαγωγικές δυνάμεις στον κλάδο παγκοσμίως. Ωστόσο, η διεθνής ζήτηση έχει αρχίσει να υποχωρεί, επηρεάζοντας άμεσα τις επιδόσεις του κλάδου.
Η πτώση της ζήτησης συνδέεται με την παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση, τις ανησυχίες για ύφεση και την αύξηση της προσφοράς από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες του ΟΠΕΚ+, οι οποίες έχουν ρίξει τις διεθνείς τιμές. Παράλληλα, το ράλι του ευρώ έναντι του δολαρίου καθιστά τα ευρωπαϊκά προϊόντα λιγότερο ανταγωνιστικά, καθώς οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου καθορίζονται σε δολάρια.
Οι εξελίξεις συμπίπτουν με ένα νέο κύμα γεωπολιτικής αβεβαιότητας και εμπορικών εντάσεων, ειδικά μετά τις πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ, που επηρεάζουν χώρες-κλειδιά για τις ελληνικές εξαγωγές, όπως η Γερμανία.
Η μείωση εξαγωγών σε ένα από τα ισχυρότερα προϊόντα της χώρας δημιουργεί εμπόδια στην προσπάθεια περιορισμού του χρόνιου εμπορικού ελλείμματος και απειλεί τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική ισορροπία. Η διατήρηση της εξαγωγικής δυναμικής αποδεικνύεται κρίσιμος παράγοντας για τη βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας.