Κάποτε η αρρενωπότητα δεν χρειαζόταν εξηγήσεις. Δεν είχε hashtags, δεν απαιτούσε σκηνοθεσία, ούτε στιλιστική υπερπροσπάθεια. Ήταν συνώνυμη με τη διακριτική ευγένεια, τη σταθερότητα στον λόγο, το φιλότιμο. Ο άντρας παλιάς κοπής δεν ένιωθε την ανάγκη να αποδείξει την ταυτότητά του με λόγια ή δηλώσεις, αλλά την ενσάρκωνε.
Αυτό το πρότυπο, είτε υπήρξε πραγματικό είτε ιδανικό, έχει περάσει στη συλλογική μνήμη σαν μια εικόνα με ασπρόμαυρες αποχρώσεις: ο πατέρας που μιλούσε λίγο και έκανε πολλά. Ο άντρας που σήκωνε το βάρος χωρίς να το διαφημίζει. Που δεν φοβόταν τη δέσμευση, όχι γιατί ήταν «παραδοσιακός», αλλά γιατί θεωρούσε τον λόγο του συμβόλαιο.
Σήμερα, η έννοια της αρρενωπότητας έχει ανασχηματιστεί και συχνά ριζικά. Οι άντρες του τώρα ενθαρρύνονται να δείχνουν την ευαλωτότητά τους, να εκφράζουν τα συναισθήματά τους, να είναι παρόντες όχι μόνο ως «στήριγμα», αλλά ως ισότιμοι εταίροι. Πρόκειται για μια αναγκαία εξέλιξη κοινωνική, συναισθηματική, ηθική. Αλλά πολλές φορές, στον δρόμο προς τον εκμοντερνισμό, μοιάζει να χάθηκε κάτι από εκείνο το ήσυχο, σπάνιο βάθος της παλιάς μορφής του ανδρισμού.
Πιρς Μπρόσναν και Τομ Χάρντι: «Οι διαφορετικές γενιές του ίδιου νομίσματος»
Ο Πιρς Μπρόσναν, στη μακρά του πορεία στον κινηματογράφο και στη δημόσια εικόνα, υπήρξε η ενσάρκωση της κομψής, ευγενικής αρρενωπότητας. Αντιπροσώπευε μια ανδρική φιγούρα που δεν εξουσίαζε απλώς παρέμενε ακλόνητη.
Από την άλλη, ο Τομ Χάρντι είναι ίσως η πιο αντιπροσωπευτική φιγούρα της σύγχρονης αρρενωπότητας. Πιο εσωστρεφής, πιο «τραχύς», λιγότερο προβλέψιμος. Είναι η αρρενωπότητα της εποχής μας: πολυδιάστατη, με εσωτερικές ρωγμές, αλλά ταυτόχρονα γεμάτη σθένος.
Ανάμεσα στα δύο αυτά πρότυπα του “σιωπηλού κυρίου” και του “συναισθηματικού πολεμιστή” βρίσκεται η τωρινή πραγματικότητα. Σήμερα, δεν έχει τόσο σημασία αν φοράς πουκάμισο ή φούτερ, αν έχεις τατουάζ ή όχι. Η ουσία ίσως βρίσκεται αλλού: στη σταθερότητα του χαρακτήρα, στην ικανότητα να κρατάς τον λόγο σου, να είσαι παρών χωρίς να θες να φανείς.

Δεν είναι οι τρόποι που κάνουν τον άντρα παλιάς κοπής, αλλά οι αρχές του.
Αξίζει εδώ να γίνει ένας κρίσιμος διαχωρισμός: η αρρενωπότητα που αναπολούμε δεν έχει καμία σχέση με τη λεγόμενη τοξική αρρενωπότητα , εκείνη που βασίζεται στον έλεγχο, την έλλειψη ενσυναίσθησης, την υποτίμηση του άλλου φύλου ή τη συναισθηματική καταστολή. Ο άντρας «παλιάς κοπής» που συζητάμε εδώ δεν ήταν αυταρχικός, ούτε σκληρός. Ήταν παρών, ευγενής, και κυρίως σεβόταν. Τη γυναίκα δεν την προστάτευε γιατί τη θεωρούσε αδύναμη, αλλά γιατί την εκτιμούσε βαθιά. Την κοιτούσε στα μάτια, όχι από επιβολή, αλλά από ενδιαφέρον. Η αρρενωπότητά του είχε κύρος, όχι αλαζονεία και γι’ αυτό ακριβώς εμπνέει ακόμα και σήμερα.
Αν αυτοί οι άντρες είναι «παλιάς κοπής» ή απλώς σπάνιοι, μικρή σημασία έχει. Το σημαντικό είναι ότι υπάρχουν. Και είναι εκεί έξω ίσως λιγότεροι απ’ ό,τι θα θέλαμε, αλλά περισσότεροι απ’ όσους πιστεύουμε.