Θετικά αντέδρασαν οι διεθνείς αγορές στην προσωρινή συμφωνία Ουάσιγκτον–Πεκίνου για τη μείωση των ακραίων δασμών στο διμερές εμπόριο. Η συμφωνία, που επιτεύχθηκε την περασμένη Κυριακή στη Γενεύη, θεωρείται από επενδυτές και αναλυτές μια κρίσιμη κίνηση εκτόνωσης της έντασης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Οι αγορές κατέγραψαν άνοδο, με τον δείκτη MSCI να επιστρέφει σε επίπεδα προ της 2ας Απριλίου, όταν οι ΗΠΑ είχαν ανακοινώσει υψηλούς δασμούς για τις περισσότερες χώρες. Παρά τις θετικές αντιδράσεις, ειδικοί υπενθυμίζουν ότι οι αγορές συχνά αγνοούν τους μακροπρόθεσμους κινδύνους, όπως έδειξε και η υπεραισιόδοξη περίοδος μετά την εκλογή Τραμπ.
Στη Γενεύη, οι υπουργοί Σκοτ Μπέσεντ και Χε Λιφένγκ συμφώνησαν σε περιορισμό των δασμών για διάστημα 90 ημερών. Οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν δασμό 30% στις περισσότερες κινεζικές εισαγωγές, ενώ η Κίνα θα εφαρμόσει δασμό 10%. Οι προηγούμενοι δασμοί, που είχαν φτάσει έως και 145% από αμερικανικής πλευράς και 125% από την Κίνα, είχαν παραλύσει το εμπόριο.
Η Ουάσιγκτον επέμεινε στη διατήρηση επιπλέον δασμών για το κινεζικό φαιντανύλη, το οποίο θεωρεί πηγή σοβαρού προβλήματος. Το Πεκίνο αντιδρά, χαρακτηρίζοντας τον συσχετισμό αυτό αβάσιμο.
Παρότι το 30% δεν απαγορεύει εντελώς τις εξαγωγές της Κίνας στις ΗΠΑ, αναμένεται να προκαλέσει ανακατανομή εμπορικών ροών. Οι ευρωπαϊκές αρχές ανησυχούν για πιθανή πλημμύρα κινεζικών προϊόντων στην ΕΕ, γεγονός που θα εντείνει την πίεση στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες.
Η Κομισιόν εξετάζει ήδη νέες παρεμβάσεις, μετά τους πρόσφατους δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα. Οι κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 21% τον Απρίλιο, ενώ προς την ΕΕ αυξήθηκαν 8,3%. Παράλληλα, η Κίνα εισήγαγε 16,5% λιγότερα ευρωπαϊκά προϊόντα, με αποτέλεσμα το εμπορικό της πλεόνασμα έναντι της Ευρώπης να φτάσει τα 90 δισ. δολάρια στο πρώτο τετράμηνο του 2025.
Το ερώτημα παραμένει: θα οδηγήσει η προσωρινή συμφωνία σε σταθερή εμπορική ειρήνη ή θα επιστρέψει η κλιμάκωση μόλις λήξει η αναστολή των δασμών;