Παρά την ταχύτατη υιοθέτησή της από τις επιχειρήσεις, η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) δεν έχει φέρει καμία σημαντική επίδραση στα κέρδη ή τις καταγεγραμμένες ώρες εργασίας σε κανένα επάγγελμα, σύμφωνα με μια νέα έρευνα που διεξήχθη σε 7.000 χώρους εργασίας. Η μελέτη, που εκπονήθηκε από το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών της Δανίας και τους οικονομολόγους Άντερ Χούμλουμ και Έμιλι Βέστεργκααρντ, διαπιστώνει ότι τα αποτελέσματα της ΤΝ όσον αφορά την παραγωγικότητα δεν είναι ακόμη ορατά σε ευρεία κλίμακα.
Η ΤΝ, μέσω των chatbots όπως το ChatGPT που κυκλοφόρησε το 2023, αποτελεί την ταχύτερα υιοθετούμενη τεχνολογία στην ιστορία. Ωστόσο, αυτή η έρευνα, μία από τις πρώτες που εξετάζουν τη χρήση της ΤΝ σε συνδυασμό με δεδομένα απασχόλησης, βρίσκει ότι η επίδραση της τεχνολογίας στον χρόνο και την οικονομική απόδοση είναι αμελητέα. Οι Δανοί οικονομολόγοι επισημαίνουν χαρακτηριστικά: «Τα chatbots τεχνητής νοημοσύνης δεν είχαν σημαντικό αντίκτυπο στα κέρδη ή στις καταγεγραμμένες ώρες εργασίας σε κανένα επάγγελμα».
Η μελέτη εξέτασε 25.000 εργαζόμενους σε 7.000 χώρους εργασίας στη Δανία, εστιάζοντας σε επαγγέλματα που θεωρούνται ευάλωτα σε διαταραχές από την ΤΝ, όπως λογιστές, ειδικοί υποστήριξης πελατών, οικονομικοί σύμβουλοι, επαγγελματίες ανθρώπινου δυναμικού, ειδικοί υποστήριξης πληροφορικής, δημοσιογράφοι, νομικοί, επαγγελματίες μάρκετινγκ, υπάλληλοι γραφείου, προγραμματιστές λογισμικού και εκπαιδευτικοί.
Διαπιστώθηκε ότι, κατά μέσο όρο, οι χρήστες της ΤΝ στην εργασία είχαν εξοικονόμηση χρόνου 3%. Ωστόσο, αυτή η εξοικονόμηση δεν μεταφράστηκε σε καλύτερες αμοιβές για τους περισσότερους, με μόλις το 3%-7% των κερδών από την αύξηση της παραγωγικότητας να μεταφέρεται στους μισθούς. Το συμπέρασμα είναι ότι δεν υπήρξε μαζική μετατόπιση εργαζομένων, ούτε μετασχηματίστηκε η παραγωγικότητα σε ευρεία κλίμακα, ούτε σημειώθηκαν μεγάλες αυξήσεις μισθών για τους εργαζομένους που χρησιμοποιούν την ΤΝ.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι, ενώ η υιοθέτηση ήταν ταχεία και οι εταιρείες επενδύουν σημαντικά, οι οικονομικές συνέπειες παραμένουν μικρές. Εξηγούν ότι προηγούμενες έρεβες που έδειχναν μεγαλύτερη αύξηση παραγωγικότητας επικεντρώνονταν σε συγκεκριμένα επαγγέλματα όπου η εξοικονόμηση χρόνου είναι η μεγαλύτερη (π.χ. σύνταξη κώδικα, εργασίες μάρκετινγκ). Σε μια ευρύτερη επαγγελματική έρευνα, όπου η ΤΝ μπορεί να είναι χρήσιμη σε διάφορες εργασίες, οι εξοικονομήσεις είναι πολύ μικρότερες.
Ένα σημαντικό στοιχείο είναι η διαχείριση του εξοικονομούμενου χρόνου. Οι εργαζόμενοι αφιέρωσαν πάνω από το 80% του χρόνου που εξοικονόμησαν σε άλλες εργασίες, οι οποίες συχνά ήταν αποτέλεσμα της χρήσης της ΤΝ (π.χ. εκπαιδευτικοί που ελέγχουν για αντιγραφή). Λιγότερο από το 10% δήλωσαν ότι κέρδισαν ελεύθερο χρόνο ή έκαναν περισσότερα διαλείμματα.
Οι ερευνητές τονίζουν επίσης ότι οι πραγματικοί χώροι εργασίας είναι λιγότερο δομημένοι από τα εργαστηριακά πειράματα. Η χρήση της ΤΝ συχνά γίνεται χωρίς επίσημη έγκριση ή ενθάρρυνση από τον εργοδότη, γεγονός που περιορίζει την πιθανότητα οι εργαζόμενοι να αναλάβουν περισσότερη δουλειά ή να διαπραγματευτούν υψηλότερο μισθό βάσει της αυξημένης παραγωγικότητάς τους.
Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, ενώ η ΤΝ έχει τεράστιες δυνατότητες, αυτές έχουν υπερεκτιμηθεί σε μεγάλο βαθμό στα ΜΜΕ και στην αγορά. Αναφέρεται σε έρευνα της IBM που δείχνει ότι μόνο το 25% των έργων ΤΝ αποδίδουν την υποσχεθείσα απόδοση επένδυσης, με τις εταιρείες να την υιοθετούν συχνά από φόβο μην μείνουν πίσω. Ο βραβευμένος με Νόμπελ οικονομολόγος Ντάρον Ατζέμογλου εκτιμά την αύξηση της παραγωγικότητας από την ΤΝ σε περίπου 1,1%-1,6% του ΑΕΠ την επόμενη δεκαετία, πολύ λιγότερο από ορισμένες προβλέψεις. Τονίζει ότι η επίτευξη κερδών παραγωγικότητας απαιτεί οργανωτική προσαρμογή, συμπληρωματικές επενδυσε1ις και βελτιώσεις στις δεξιότητες των εργαζομένων. Οι Δανοί οικονομολόγοι συμφωνούν, διαπιστώνοντας μεγαλύτερα κέρδη παραγωγικότητας όταν οι εργοδότες ενθαρρύνουν και εκπαιδεύουν τους εργαζομένους στην ΤΝ. Παρομοιάζουν την κατάσταση με την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης και την ατμομηχανή, όπου χρειάστηκαν δεκαετίες για να φανεί ο πλήρης αντίκτυπος.